Αφιέρωμα: Γιώργος Περδικλώνης και Καραβάς

27/07/2020

Ο Γιώργος Περδικλώνης –άγνωστος σήμερα στην πλειονότητα των νεότερων Σπαρτιατών και Καραβιωτών– δραστηριοποιήθηκε ενεργά σε διάφορες εκφάνσεις της δημόσιας ζωής της σπαρτιατικής κοινωνίας, για περίπου τρεις δεκαετίες, με αποκορύφωμα την περίοδο 1949-1967, συμβάλλοντας στην εξέλιξη των πραγμάτων στην κοινωνία και την εποχή που έδρασε, αφήνοντας σημαντικό αποτύπωμα.

Διετέλεσε πρώτος αιρετός Αντιδήμαρχος στην ιστορία του Δήμου Σπαρτιατών (1964-1967), υποψήφιος Δήμαρχος Σπαρτιατών (1975, 1978), αρθρογράφος στον τοπικό Τύπο (από το 1954 και εξής) και εκδότης της εφημερίδας «Η Τόλμη» (1964-1967), μέλος του Δ.Σ. του Εμπορικού Συλλόγου Σπάρτης (1963-1977) και μέλος σε πληθώρα αθλητικών και πολιτιστικών φορέων, ανάμεσά τους ο Σπαρτιατικός Γ.Σ., η Υπαίθριος Ζωή και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Καραβά. Σήμερα, το όνομά του φέρει η αίθουσα εκδηλώσεων της Πνευματικής Εστίας Σπάρτης.

Eπαγγελματικά δραστηριοποιήθηκε κυρίως στην παραγωγή και εμπορία τυριού, λειτουργώντας, για τρεις δεκαετίες, τυροκομική μονάδα στον Καραβά Σπάρτης, όπου αργότερα έχτισε και την οικία του. Με τον οικισμό του Καραβά και τους κατοίκους –κυρίως τη νεολαία– ο ίδιος ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς, γεννώντας μιαν αμοιβαία σχέση εκτίμησης.

Τα αποσπάσματα που ακολουθούν αποτελούν αναφορές στον Γιώργο Περδικλώνη και τη σχέση του με τον Καραβά, όπως καταγράφηκαν ως μαρτυρίες κατά τη διάρκεια συνεντεύξεων ανθρώπων που τον γνώριζαν, στον Νίκο Ι. Καρμοίρη, κατά την διαδικασία έρευνας και συλλογής στοιχείων για τη ζωή του.

>>
Είχε κάποια περαιτέρω σχέδια, τα οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Κάποιες σκέψεις τις είχε εκφράσει και σε εμένα. Όταν σταμάτησε πλέον να φτιάχνει τυρί, το πρώην εργοστάσιό του στον Καραβά -στο ίδιο κτίσμα ήταν και το σπίτι του-, ήθελε να το οργανώσει και να κάνει ένα πνευματικό κέντρο. Τουλάχιστον εμένα αυτό μου είχε πει. Σκεφτόταν ταυτόχρονα να κάνει άλλη μία εστία πολιτισμού στη Μάνη, στις Αιγιές που είναι λίγο πριν το Γύθειο. Εκεί είχε έναν πύργο, και με την βοήθεια κάποιου, με τον οποίο είχε αφυπηρετήσει και γνώριζε από ξύλα και κατασκευές άρχισε να τον φτιάχνει για να τον κάνει κι εκείνον ένα είδους πνευματικού κέντρου. Στην πορεία όμως αρρώστησε και δεν πρόλαβε…
Νίκος Β. Γεωργιάδης - Σπάρτη, Αύγουστος 2017

>>
Βοηθούσε πολύ στον Καραβά. Όλα τα παιδιά του δημοτικού τότε τον αγαπούσαν πολύ. Θυμάμαι που έπαιρνε τη Σοφία Παινέση -την κόρη του Παναγιώτη που δούλευε στο τυροκομείο- και γυρίζανε μαζί βόλτα με το αυτοκίνητο όταν πήγαινε να εισπράξει από τους τσομπάνηδες και της έπαιρνε και μια κούτα με σοκολάτες. Αγαπούσε πολύ τα παιδιά του χωριού. Αργότερα όταν μεγάλωσαν τα είχε μαζέψει να κάνουν έναν πολιτιστικό σύλλογο και θυμάμαι που μαζεύονταν κι έκαναν και συνελεύσεις και προγραμμάτιζαν τι θα κάνουν. Η τελευταία φουρνιά παιδιών που πρόλαβε ο Γιώργος στο χωριό έβγαζε μια εφημερίδα χειρόγραφη σε μεγάλες φυλλάδες. Ήταν μια ωραία προσπάθεια και την ενθάρρυνε ο Γιώργος. Ήταν πολύ ωραία αυτή η εποχή.
Ζαζά Περδικλωνη - Νέα Σμύρνη, Οκτώβριος 2018

>>
Το τυροκομείο πιστεύω ότι το ξεκίνησε την δεκαετία του ’60. Δεν θυμάμαι ακριβώς τις ημερομηνίες γιατί εγώ γεννήθηκα το 1956 κι όταν ήμασταν 13-14 ετών πηγαίναμε εκεί για χαρτζιλίκι. Το είχε περίπου μέχρι το 1988-1989. Από το χωριό, μόνιμα δούλευαν ο Παναγιώτης Παινέσης και η Μεταξία, η γυναίκα του, η μάνα μου είχε δουλέψει για αρκετά χρόνια, ο Γιώργης Σαραντάκος, ο Σαράντος Σαραντάκος κι εγώ. Όταν συνεταιριστήκαν με τον Καραμπελα είχαν έρθει και δυο-τρεις Χρυσαφίτες.
[…]
Πιστεύω ότι έφυγε γρήγορα από τη ζωή. Ότι θα μπορούσε να προσφέρει πολλά και στην κοινωνία της Σπάρτης και γενικά σε εμάς εκεί στο χωριό. Είχε μια φιλοδοξία για το χωριό. Εμένα μου είχε πει πολλές φορές πως ό,τι είχε εκεί θα το άφηνε στον Πολιτιστικό Σύλλογο Καραβά για να κάνει ένα πνευματικό κέντρο. Βέβαια ήρθε η αρρώστια και έφυγε μετά στην Αθήνα και κάπου τα παράτησε στη μέση αυτά. Δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει αυτά που ήθελε. Ιδέα δική του ήταν να συνδυάσει τον Πολιτιστικό Σύλλογο με το Γεφύρι του Κόπανου, του Κοπανίτσα όπως το λέγαμε. Ήταν και πρωτεργάτης στο να ιδρυθεί ο Σύλλογος και μας βοηθούσε πάντα. Εμείς ξεκινήσαμε ένα σύλλογο τυπικά. Αυτός έφτιαξε τα πρακτικά, αυτός οργάνωσε το Σύλλογο. Εμείς τότε μόνο το πανηγύρι του Αγίου Κωνσταντίνου κάναμε. Από ‘κει και μετά μας έβαλε σε μια γραμμή, ώστε να δουλεύει ο Σύλλογος σωστά. Και για κάποια χρόνια ήταν ενεργό μέλος και βοηθούσε αρκετά.
[…]
Για εμάς τουλάχιστον στον Καραβά, που ήμασταν πιτσιρικάδες εκείνης της εποχής, πέρα από το ότι είχαμε χαρτζιλίκι, είχαμε και έναν δεύτερο πατέρα. Μας βοήθησε αρκετά. Εμένα και τον Γιώργη το Σαραντάκο μας αγάπαγε σαν παιδιά του. Χαρακτηριστικά θυμάμαι αυτό που μας έλεγε: «Από τη στιγμή που υπάρχει το συμφέρον, Πέτρο, πάντα θα υπάρχει το συμφέρον. Θα κοιτάς να βλάψεις τον άνθρωπο όσο μπορείς λιγότερο». Ήταν πολύ χαρακτηριστικό αυτό που έλεγε, και εμείς από τον Περδικλώνη ωφεληθήκαμε σαν άνθρωποι. Αγάπαγε τα παιδιά στο χωριό, μέχρι και ομάδα ήθελε να φτιάξει. Δεν πρόλαβε να υλοποιήσει αυτά που ήθελε γιατί αρρώστησε και «έφυγε».
Πέτρος Κατσής - Σπάρτη, Αύγουστος 2019

>>
Ο Περδικλώνης το πρώτο τυροκομειό του το έφτιαξε στο σπίτι του Ντίνου του Κούτσαρη. Όχι εκεί που είναι του Ντίνου το τωρινό, στο πατρικό του που είναι παραδίπλα. Ήταν τότε κοντά στο 1965. Εκεί ήταν στην αρχή το τυροκομείο του και εκεί έμεινε για κάνα δυο χρόνια. Μετά πήρε το οικόπεδο –πούλησε ο πατέρας μου ένα κομμάτι δίπλα από εκεί που είναι το σπίτι του αδερφού μου του Βασίλη– και έφτιαξε το τυροκομειό εκεί. Εκείνο το λειτούργησε εκεί γύρω στο 1968. Εγώ δούλεψα εκεί για κάνα χρόνο, το χειμώνα του 1973, μαζί με τον Πότη τον Παινέση. Είχε και συνέταιρο το Θανάση τον Καράμπελα. Δούλευε με παραδοσιακό τρόπο. Με ξύλα. Είχε αυτοσχέδια καζάνια και από κάτω ατμοκάζανα με φωτιά και ξύλα, και ζέσταινε κι έβραζε το γάλα με τον ατμό. Έβγαζε φέτα, κεφαλοτύρια, γιαούρτια και βούτυρο. Έβγαζε φέτα ποιότητας.
[…]
Ήταν ένας καλός κι ωραίος άνθρωπος του χωριού, κι έγινε Καραβιώτης. Ήτανε πολύ φιλότιμος. Και με όλο το χωριό˙ όποιος του ζητούσε βοήθεια πήγαινε. Δεν είχε πρόβλημα με κανέναν. Ακόμα και εργαλεία του ζητάγανε. Για οτιδήποτε όλοι τρέχανε στον Περδικλώνη. Άλλοι του τα επιστρέφανε κι άλλοι όχι. Και τον Πολιτιστικό Σύλλογο Καραβά τον βοήθησε. Μπήκε στον Σύλλογο, στον οποίο τότε -όπως και τώρα- υπήρχε γκρίνια, κι είπε αφήστε στην άκρη τις έριδες και προχωράτε για το χωριό. Είμαστε όλοι εδώ για το χωριό. Τους ένωσε και τους είχε μαζέψει όλους. Θυμάμαι που έλεγε πως το σπίτι του θα το άφηνε στο Σύλλογο. Τελικά δεν έγινε τίποτα. Άμα ήταν εδώ στο χωριό θα είχε κάνει πολλά πράγματα και θα βοήθαγε ακόμη, αλλά δυστυχώς ήταν η ατυχία να αρρωστήσει και να «φύγει».
Σαράντος Σαραντάκος - Καραβάς Σπάρτης, Σεπτέμβριος 2019

-----------
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Γεφύρι» το 2014 και αποτελεί απόσπασμα από κείμενο της Νίκης Κουλογεωργίου, στο οποίο κατέγραφε τις μνήμες της από την δημιουργία και κυκλοφορία της χειρόγραφης εφημερίδας των παιδιών του Καραβά, με τίτλο «Κοκτέιλ», που κυκλοφόρησε το 1993:

>>
Τα πρωινά του καλοκαιριού που δεν είχαμε σχολείο και παίζαμε (από τις πρώτες χρονιές μάλιστα που «σμίξαμε» οι δύο γειτονιές, αφού αποκτήσαμε ποδήλατα και μία κάποια ηλικία ώστε οι γονείς μας να μας επιτρέπουν να «αλητεύουμε» στο χωριό!) σκεφτήκαμε να συνεργαστούμε δημιουργικά κι έτσι σιγά σιγά αρχίσαμε τις συναντήσεις μας μέσα στο σχολείο του Καραβά για την υλοποίηση της εφημερίδας.
[…]
Συζητούσαμε από κοινού θέματα και αναλάμβανε ο καθένας να γράψει από κάτι. Άλλοι από τη φαντασία τους, άλλοι τα έβρισκαν από βιβλία και περιοδικά της εποχής, άλλοι μόνοι τους, άλλοι με την καθοδήγηση των γονιών τους. Δεν έχει σημασία, καθώς πέραν του ομαδικού πνεύματος που είχαμε -και όπως είναι λογικό άλλωστε- είχαμε και διαφορετικές ηλικίες, προσωπικότητες, χαρακτήρα… Έτσι, συζητούσαμε το τι θα γράψει ο καθένας κι αφού έφερνε το κειμενάκι του, οργανώναμε τις σελίδες και αναλάμβαναν οι μεγαλύτεροι τη χειρόγραφη συγγραφή σε κόλλες Α3 συνήθως, ανά 1-2 σελίδες μπρος πίσω ο καθένας.
[…]
Έτσι, πηγαίναμε από σπίτι σε σπίτι και μοιράζαμε-πουλούσαμε τα τεύχη μας. Εννοείται πως έπαιρναν όλοι και με μεγάλη χαρά, και φυσικά ακούγαμε πολλά μπράβο! Τότε πρέπει να ήταν που ο μακαρίτης ο Γιώργος Περδικλώνης, ως πρώην δημοσιογράφος, συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την πρωτοβουλία μας, ήρθε από μόνος του και μας βρήκε και μας έδωσε συμβουλές. Θυμάμαι μας είπε ότι είχε επιφυλάξεις για το ξενικό όνομα «Κοκτέιλ» και ήθελε κάτι πιο ελληνικό και τοπικό. Εμείς όμως είχαμε ήδη ξεκινήσει την έκδοση και δε θέλαμε να αλλάξουμε το όνομα: Κοκτέιλ, δηλαδή λίγο από όλα…
Μάλιστα, μας πήγε κι ένα απόγευμα στη βιβλιοθήκη […] για να διαβάσουμε την τοπική ιστορία και να βρούμε από πού προέρχεται η ονομασία Καραβάς. Καταλήξαμε πως μάλλον προέρχεται από το «καρά» (=μαύρος) και το «αββάς» (τίτλος αξιωματούχου επί τουρκοκρατίας). Δεν αποκλείαμε βέβαια να είχε σχέση με τα καράβια που ίσως να έπλεαν στον Ευρώτα… Κάναμε, μάλιστα, κι έρευνα-συνέντευξη από τους γεροντότερους για το αν θυμούνταν ή εάν είχαν ακούσει κάτι σχετικό!!! Να είναι καλά ο μπαρμπα-Γιώργος -όπου κι αν είναι τώρα- αν και δεν το κρύβουμε ότι τότε επάνω στη θέρμη του να αγοράσει πολλές εφημερίδες για να μας στηρίξει, μας εξαντλούσε τα τεύχη που ήταν μετρημένα και πριν του χτυπήσουμε την πόρτα «συνωμοτούσαμε» να του πούμε πως έχουμε μόνο ένα τελευταίο τεύχος!!!
«Αφιέρωμα: Το “Κοκτέιλ” - Η εφημερίδα των παιδιών του Καραβά», εφημ. Το Γεφύρι, αρ. φ. 2, Νοέμβριος 2014, σ. 3-4